ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Σούλου
Σήμερα Κυριακή 20η Σεπτεμβρίου 2015, είναι η Κυριακή μετά την Ύψωσιν  του Τιμίου Σταυρού  που συμπίπτει με την «απόδοση της εορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού».  Έτσι, για μια ακόμη φορά μας δίδεται η δυνατότητα για να προβληματιστούμε πάνω στο μέγιστο μυστήριο της Σταυρικής Θυσίας του Κυρίου μας, το οποίο είναι ένα υπαρκτό ιστορικό γεγονός, που συνέβη όταν ηγεμών ήταν ο Πόντιος Πιλάτος και συνεπώς το γεγονός της Σταυρικής θυσίας του Ιησού το φανερώνει  η ιστορική αλήθεια,  που παρέχει τη δυνατότητα σε όποιον ενδιαφέρεται να το ερευνήσει. Συνεπώς, η αποδοχή της ιστορικότητας του Ιησού Χριστού και των παθών Του είναι, ιστορικά, αναμφισβήτητη. Η Εκκλησία το πιστοποιεί με τον επισημότερο και αυθεντικότερο τρόπο, δια του Συμβόλου  της Πίστεως: «Σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου και παθόντα και ταφέντα. Και αναστάντα τη τρίτη ήμερα κατά τας Γραφάς».(αρθ. 4ο & 5ο   )
Ο Θεάνθρωπος, Υιός και Λόγος του Θεού, δια του Σταυρού «αίρει την αμαρτία του κόσμου» και κατά συνέπεια καταργείται από τον άνθρωπο όλο «το σώμα της αμαρτίας». Ό,τι απώλεσε ο άνθρωπος με την ανυπακοή των πρωτοπλάστων, το κέρδισε πολλαπλάσια, με τη έως θανάτου υπακοή του Χριστού, του νέου Αδάμ. Ο Απόστολος Παύλος λέγει ότι «ει γάρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ, δια του θαντου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζω αυτού». Δηλαδή, «Παρ’ ότι ήμασταν εχθροί με τον Θεό, μας συμφιλίωσε μαζί Του ο σταυρικός θάνατος του Υιού Του. Και όπως η παρακοή του ενός ανθρώπου έκανε όλη την ανθρωπότητα αμαρτωλή, έτσι και με την υπακοή του ενός θα αναγνωριστούν όλοι, ως δίκαιοι
από τον Θεό» (Ρωμ. 5, 10. 19). «Άρα ουκέτι εστέ ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού» (Εφεσ. 2, 19).
Η ορθόδοξη Εκκλησία, δια των Αγίων Πατέρων, αποδέχεται τον Σταυρό του Κυρίου, ως μυστηριακό γεγονός και επικεντρώνει τη διδασκαλία της, εις το «έδει παθείν τον Χριστόν». Στο ότι δηλαδή «έπρεπε να πάθει ο Χριστός», διότι η αμαρτία του ανθρώπου, ήταν τόσο βαριά, που δεν αρκούσε ούτε η  διδασκαλία του Χριστού, ούτε ακόμα και αυτά τα θαύματά Του δεν μπορούσαν να οδηγήσουν τον άνθρωπο στη σωτηρία. Έπρεπε, δηλαδή, να θυσιαστεί ο Υιός του Θεού, για να αρθεί το χάσμα που η αμαρτία είχε δημιουργήσει μεταξύ ανθρώπου και Θεού. Αυτό μας το λέγει ο ίδιος Αναστημένος Κύριος. Το είπε στους δυο άνδρες από τους Εμμαούς και συγκεκριμένα στον Κλεόπα, εκεί που συνομιλούσαν «περ πάντων των συμβεβηκότων τούτων». Συνομιλούσαν για τα γεγονότα των Παθών και του κενού μνημείου, όπως τα είχαν ακούσει.
Ο ευαγγελιστής Λουκάς περιγράφει το αυθεντικό περιστατικό της εμφανίσεως του Αναστάντος Κυρίου στους δύο άνδρες, που εμφανίσθηκε μετά την Ανάστασή Του στο 24ο  κεφάλαιο. Αναφέρω μόνο τους στίχους,  25 και 26, από αυτόν το διάλογο, που βοηθάει στην καλύτερη κατανόηση του θέματός μας.: «Αυτός είπε προς αυτούς· ανόητοι και βραδείς τη καρδία του πιστεειν επ πάσιν οις ελάλησαν οι προφήται ουχ ταύτα έδει παθείν τον Χριστόν και εισελθεν εις τν δόξαν αυτού;» Μετάφραση: «Και τότε αυτός είπε προς αυτούς. Ω, ανόητοι και αργοί στην καρδιά στο να πιστεύετε σε όλα όσα λάλησαν οι προφήτες. Δεν έτρεπε αυτά να πάθει ο Χριστός και να εισέλθει στη δόξα του;»
Ένα άλλο σημείο που η διδασκαλία της Εκκλησίας μας επικεντρώνει την προσοχή της, είναι η  άπειρη αγάπη του Θεού, προς τον άνθρωπο. Εξ’ αιτίας αυτής της  άπειρη αγάπης ο Θεός, δεν διστάζει να θυσιάσει τον μονογενή Του Υιό, για να σωθεί ο κόσμος. «Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν Αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις Αυτόν μη απληται, αλλ’ έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. 3, 16).
Η διδασκαλία για την αγάπη του Θεού, έδωσε την δυνατότητα στους Πατέρες να διδάξουν και  το θέμα της δικαιοσύνης Του Θεού. Η δικαιοσύνη του Θεού φανερώθηκε στον Σταυρό ως αγάπη, που στην ανθρώπινη αντίληψη φαίνεται σαν αδικία. Και τούτο γιατί με τα ανθρώπινα κριτήρια, δεν μπορεί να κατανοηθεί η καταδίκη ενός αθώου και η δικαίωση των ενόχων. Γιατί πράγματι πάνω στο σταυρό έχουμε τον Χριστού που πάσχει υπέρ του αμαρτωλού κόσμου και ταυτόχρονα τη δικαίωση των ενόχων ανθρώπων, που απαλλάσσονται από την καταδίκη.
Η ανθρώπινη δικαιοσύνη απαιτεί το αντίθετο. Θέλει την καταδίκη του ενόχου και την απαλλαγή του αθώου. Όμως στον Σταυρό του Χριστού διαπιστώθηκε ότι η θεία δικαιοσύνη δεν ενεργεί με  τα ανθρώπινα δεδομένα, γιατί αν και ο Θεός  ενεργούσε όπως ο άνθρωπος, το ανθρώπινο γένος θα έπρεπε λόγω της αμαρτίας του να αφανιστεί. Ευτυχώς, όμως, για εμάς, το κριτήριο της δικαιοσύνης του Θεού είναι μόνο η άπειρη αγάπη Του.
Η πατερική σοφία επισημαίνει εκτενώς αυτή την αλήθεια. Λέγει χαρακτηριστικά ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος: «Μην ονομάζεις τον Θεό δίκαιο. Διότι η δικαιοσύνη του Θεού δεν γνωρίζεται στα έργα σου. Πώς θα ονομάσεις τον Θεό δίκαιο, όταν διαβάζεις στο ευαγγέλιο για τον μισθό των εργατών; Φίλε, λέγει, δεν σε αδικώ, θέλω να δώσω και σ’ αυτόν τον τελευταίο όσα έδωσα και σ’ εσένα. Εάν ο οφθαλμός σου είναι πονηρός, όμως εγώ είμαι αγαθός. Πώς θα ονομάσει κανείς δίκαιο τον Θεό, όταν διαβάζει στο ευαγγέλιο τα περί του ασώτου υιού, που σκόρπισε τον πατρικό πλούτο σε ασωτείες, και όταν μετανόησε, πώς έτρεξε ο πατέρας και έπεσε στον τράχηλό του, και του έδωσε εξουσία πάνω σ’ όλον τον πλούτο; Πού είναι η δικαιοσύνη του Θεού; Διότι ήμασταν αμαρτωλοί, και ο Χριστός απέθανε για χάρη μας;»
Ήταν δίκαιο να σταυρωθεί ο αθώος Χριστός, για χάρη των ενόχων; Όχι! Ήταν, όμως η απέραντη Αγάπη του Θεού, που τόσο αγάπησε τον κόσμον, «ώστε τον Υιόν Αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις Αυτόν μη απληται, αλλ’ έχει ζωήν αιώνιον».  
Ήταν η οντολογική και αυθεντική αγάπη, όπως την περιγράφει ο Απόστολος Παύλος στους Κορινθίους, και έχει καθιερωθεί, ως ο Ύμνος της Αγάπης. «Αν μιλώ όλες τις γλώσσες των ανθρώπων και των αγγέλων, αλλά δεν έχω αγάπη, τότε έγινα σαν ένας άψυχος χαλκός που βουίζει   ή σαν κύμβαλο που ξεκουφαίνει με τους κρότους του. Και αν έχω το χάρισμα να προφητεύω και γνωρίζω όλα τα μυστήρια και όλη τη γνώση, και αν έχω όλη την πίστη, ώστε να μετακινώ με τη δύναμη της ακόμη και τα βουνά, αλλά δεν έχω αγάπη, τότε δεν είμαι τίποτε απολύτως. Και αν πουλήσω όλη την περιουσία μου για να χορτάσω με ψωμί όλους τους φτωχούς, και αv παραδώσω το σώμα μου για να καεί, αλλά αγάπη δεν έχω, τότε σε τίποτε δεν ωφελούμαι».
Και συνεχίζει ο θείος Παύλος: «Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία, πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει».
Η προσφορά αυτής της θείας δωρεάς στον άνθρωπο, που απορρέει από τον Σταυρό του Χριστού, δηλαδή η  κατάργηση της αμαρτίας, η συμφιλίωσή του με τον Θεό και η επάνοδος στη Βασιλεία του Θεού, είναι γνωστό ότι προϋποθέτει την αποδοχή του ανθρώπου. Αν ο άνθρωπος δεν πιστέψει στον Χριστό, αν δεν γίνει μέλος του μυστικού σώματος της Εκκλησίας, οι δωρεές αυτές παραμένουν ανενέργητες, γι’ αυτόν και κενές περιεχομένου.
Ο Σταυρός του Χριστού συντελεί στη σωτηρία μας, γιατί είμαστε πλασμένοι, για να γίνουμε τέλειοι, καθώς λέγει η Γραφή. «Άγιοι γίνεσθε ότι Άγιος εγώ ειμί». (Πέτρου Α΄ 1,16) Το ότι υπάρχουμε, ως άνθρωποι στον κόσμο είναι το συγκλονιστικό γεγονός της άπειρης αγάπης του Θεού. Η ανθρώπινη ζωή είναι το πιο πολύτιμο και το πιο ανεκτίμητο δώρο του Θεού, προς εμάς. Είμαστε όλοι πλασμένοι να ζήσουμε τη βαθιά, την τέλεια και ατέλειωτη χαρά «νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων», εφ’ όσον  ο άνθρωπος αξιοποιήσει σωστά τις δυνατότητες που του παρέχει η πνευματική ζωή.
Ο Σταυρός του Χριστού είναι το εχέγγυο της σωτηρίας μας, γιατί όπως λέγει ο υμνωδός:  «Σταυρός ο φύλαξ πάσης της οικουμένης, Σταυρός η ωραιότης της Εκκλησίας, Σταυρός βασιλέων το κραταίωμα, Σταυρός πιστών το στήριγμα, Σταυρός αγγέλων η δόξα και των δαιμόνων το τραύμα». Δεν έχουμε παρά να βιώνουμε το Μυστήριο του Σταυρού και να και να Τον προσκυνούμε με πίστη και ευλάβεια και  ας τον επικαλούμαστε τη σωτήρια δύναμή Του, λέγοντες «Σταυρέ του Χριστού σκέπε ημάς τη δυνάμει Σου»! ΑΜΗΝ!

Ιστολόγιο Γενικού Περιεχομένου

metaptotíka.blogspot.com. Από το Blogger.

ΦΙΛΙΚΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΑ

ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΑ

ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ

ΜΕΝΟΥ